Παρασκευή 2 Μαΐου 2008

Κρίμα ρε γμτ...

Το χθεσινό μενού επέβαλε βολτάρισματα από πρωίας. Πρώτα η φαμίλια, βολτούλα, φαγητό, καφέ...

Σπίτι μετά για ανάκτηση δυνάμεων. Μία ώρα μετά δώστου πάλι βολτάρισμα!

Ξεκινήσαμε χωρίς προορισμό, καταλήξαμε Ανάβυσσο. Καφεδάκι με θέα!



Και μέσα στην χαλαρότητα του δειλινού ήρθε η ιδέα!

Να πάρουμε τηλέφωνο τον Μπάρμπα μας! Παίρνουμε λοιπόν, μιλάμε, τα λέμε χαιρόμαστε (μετά από ένα χρόνο γύρισε πάλι σπίτι του)! Τι καλά! Και το τούβλο έπεσε...

-"Έχω και κάτι δυσάρεστα... Πέθανε ο Γιώργης."
-"Τι λες τώρα;"


Ήταν η πρώτη φορά που μίλησα στον ενικό στον Μπάρμπα.

Πέθανε ο Γιώργης.

Μεγάλη Παρασκευή λέει. Ανακοπή. Το έμαθε από την τοπική εφημερίδα.


Δεν γίνονται αυτά βρε παιδιά.

Πέθανε ο Μπόσης. Πέθανε ο Γιώργης.

44 ήταν. Άφησε πίσω του παιδιά και γυναίκα.

Και τι γλέντια κάναμε στην καμπίνα του; Όλοι μαζί γραμματικοί, δεύτεροι, δόκιμοι, τρίτοι, ο μπάρμπας. Όλοι εκεί...



Εδώ είμαστε στον δρόμο για Ευρώπη, μόλις είχαμε φύγει... (βλεπετε από που).

Τι πλακατζής. ΗΤΑΝ

Μισός και βάλε χρόνος από την ζωή μου... Καθημερινά μαζί για δουλειά, κουβεντούλα... Και πλάκες κάνανμε, και κόντρες είχαμε αλλά είμασταν εκεί. ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΙ.

Θυμάμαι τότε που ένα παλικαράκι πήρε το φτυάρι και ξεκίνησε να μου σκάβει τον λάκο στην λαμαρίνα. (Γίνεται; Ε, δεν γίνεται..) Ο Γιώργης εκεί. Τους ξύπνησε.

-"Τι λέτε ρε; Πάμε καλά τώρα; Τον Ντιντί θα ακούσετε; Δεν έχει σταματήσει από την ημέρα που ήρθε να την θάβει. Τι λέτε; Αφού ποτέ δεν έχει δώσει δικαίωμα η Μπουμπού."

(Μπουμπού ήταν ένα από τα ονόματά μου στην δουλειά.)

Εκεί ο Γιώργης.

-"Γιώργη, δεν έχω γάντια..."
-"Έλα, πάρε, να σου δώσω και παπούτσια, αυτά σου έχουν γίνει χάλια."
-"Όχι ακόμα μωρε Γιώργη, σε ευχαριστώ!"


Θυμάμαι στα τέλη του καλοκαιριού που έμαθε ότι ένας από τους γιούς του τράκαρε, ήταν σε κόμμα για κοντά ένα μήνα. Τα περισσότερα ζωτικά όργανα του παιδιού κατεστραμμένα. Ξέφυγε τον κίνδυνο το παιδί, με μόνιμα σοβαρά προβλήματα.

Ο Γιώργης έλεγε: "Εντάξει, το καλό είναι οτι ζεί. Αυτό με νοιάζει. Τώρα τα προβλήματα... Εγώ θα είμαι εκεί."

Και με το μικράκι του, τι αγάπη του είχε του μικρού. "Έλα να με βοηθήσεις να φτιάξω ένα πράγμα να περνάνε οι φωτογραφίες του γιού μου. Έλα εσύ που ξέρεις από υπολογιστές."

Έτσι μου έλεγε. Να βλέπει τον γιό του. Έλιωνε για τον μικρό, τα έδινε όλα. Αλλά και ο μικρός του είχε τρελή αδυναμία (αν και μόλις 1,5 έτους ο μικρός). Είχαν έρθει οι δικοί του "μέσα" κάποια στιγμή και το ξέρω.

Τον είχα αδικήσει κάποιες στιγμές. Είχα δίκιο; Δεν είχα; Δεν το έμαθα ποτέ. Δεν θέλω πια να το μάθω.

Είτε δίκιο είχα, είτε άδικο... Αργά, είναι πια αργά. Δεν θέλω να σου πω κάτι. Μόνο ότι δεν θα σε ξεχάσω ρε Γιώργη. Μόνο αυτό.

Το τελευταίο μου είναι έλεγες... Θα τα παρατήσω έλεγες...

Έλεγες... Τώρα πια σιωπή.

Luck και lack...
Τύχη και έλλειψη...

Άντε ρε Γιώργη, εσύ δεν τα γούσταρες τα μελοδράματα.΄Τσίτα τις μουσικές είχες πάντα! Έτσι για να έρχεται ο Γιούρι και να γκρινιάζει...

Δικό σου ρε Γιώργη, το τραγούδι που είχες κολλήσει!

Δεν υπάρχουν σχόλια: